προσκόπτει

προσκόπτει
προσκόπτω
strike
pres ind mp 2nd sg
προσκόπτω
strike
pres ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Liste griechischer Phrasen/Omega — Omega Inhaltsverzeichnis 1 Ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι …   Deutsch Wikipedia

  • Wanderer, kommst du nach Sparta — Omega Inhaltsverzeichnis 1 Ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι. 2 Ὦ γάμοι, γάμοι …   Deutsch Wikipedia

  • απρόσκοπος — (I) ἀπρόσκοπος, ον (Α) [προσκοπώ] 1. αυτός που δεν προβλέπει, μη προορατικός, αστόχαστος 2. ανεξερεύνητος, άγνωστος 3. απροσδόκητος. (II) ἀπρόσκοπος, ον (Α) [προσκόπτω] 1. αυτός που δεν προσκόπτει, που δεν σκοντάφτει 2. άμεμπτος, αθώος 3.… …   Dictionary of Greek

  • προσκόπτω — ΝΜΑ [κόπτω] προσκρούω, συνήθως με τα πόδια, επάνω σε ένα αντικείμενο, σκοντάφτω νεοελλ. μτφ. συναντώ προσκόμματα, εμπόδια, αδυνατώ να προχωρήσω εξαιτίας δυσχερειών που παρεμβάλλονται στην προσπάθειά μου (α. «η επιχείρηση προσκόπτει στην… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”